ἀκαρῶν

ἀκαρῶν
ἀκαρής
too short to be cut
masc/fem/neut gen pl (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Ακαρών — Εξελληνισμένη ονομασία της πόλης Εκρόν της Παλαιστίνης. Στην Παλαιά Διαθήκη τοποθετείται στα σύνορα της χώρας των Φιλισταίων. Όταν την κατέλαβαν οι Εβραίοι, στην αρχή την παραχώρησαν στη φυλή Ιούδα και αργότερα στη φυλή Δαν. Στα χρόνια του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”